Μια Ροδίτισσα επικεφαλής στα αρχεία του Αμερικανικού Πανεπιστημίου Καΐρου

Συνέντευξη στην Κάτια Τσιμπλάκη*
Δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα και εφημερίδα της Ελληνικής Κοινότητας Καΐρου ekkairo.org και «Νέο Φως»

 

Συνέντευξη στην Κάτια Τσιμπλάκη*
Δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα και εφημερίδα της Ελληνικής Κοινότητας Καΐρου ekkairo.org και «Νέο Φως»

H Μαρία Παπανικολάου είναι μια νέα επιστήμονας η οποία είναι επικεφαλής του τμήματος σύγχρονων αρχείων του Αμερικανικού Πανεπιστημίου Καΐρου. Με προϋπηρεσία – μεταξύ άλλων – στην Εuropol και στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τα Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας, έχει αναλάβει το δύσκολο έργο της διαφύλαξης και της σύνδεσης των αρχείων του παρελθόντος με το παρόν και το μέλλον.

Η ίδια εξήγησε, ότι το ερέθισμα για να έρθει στο Κάιρο και να αναλάβει το νευραλγικό αυτό τμήμα στο Αμερικάνικο Πανεπιστήμιο ήταν η ιστορία του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού αλλά και η κουλτούρα των Αραβικών χωρών.

Η ίδια μίλησε και για την πρώτη της ουσιαστική επαφή με τον Αιγυπτιώτη Ελληνισμό, μελετώντας τον στα Αρχεία της Γενναδείου Βιβλιοθήκης, η οποία ανήκει στην Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών στην Αθήνα.

Μίλησε επίσης τα πιο θερμά λόγια μιλά για τη συνεργασία της με την Ελληνική Πρεσβεία και την Ελληνική Κοινότητα Καΐρου. Αποκαλύπτει και τα σχέδιά της για το νέο Ακαδημαϊκό έτος που αφορούν στην εκπόνηση προγράμματος για την ανάδειξη της ιστορίας και του πολιτισμού του ελληνισμού της Αιγύπτου με τη συνεργασία της ελληνικής κοινότητας. Επίσης, η κ. Παπανικολάου μας μιλά για την κοινή συνισταμένη Ελλάδας, ΗΠΑ και Αιγύπτου και τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζουν και τα τρία κράτη στα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται στην Ανατολική Μεσόγειο.

Ποια είναι τα καθήκοντά σας στη βιβλιοθήκη Σπάνιων Βιβλίων και Συλλογών του Αμερικανικού Πανεπιστημίου του Καΐρου;

Είμαι Ιστορικός και Αρχειονόμος και εργάζομαι ως επικεφαλής του τμήματος σύγχρονων αρχείων του πανεπιστημίου και βοηθός του διευθυντή των ιστορικών αρχείων. Tα αρχεία παράγονται σε οποιαδήποτε μορφή, χαρτώα, ψηφιακή και ηλεκτρονική.

Ως σύγχρονα αρχεία ορίζονται τα ενεργά έγγραφα του πανεπιστημίου που χρησιμοποιούνται για τη διεκπεραίωση των λειτουργιών και δραστηριοτήτων κάθε τμήματος και γραφείου, τα ημιενεργά, όσα δηλαδή δεν έχουν πια λειτουργική αξία αλλά η περίοδος διατήρησής τους δεν έχει λήξει, και τα ανενεργά, στα οποία η περίοδος διατήρησής τους έχει λήξει και δεν έχουν καμία λειτουργική αξία για το γραφείο που τα παρήγαγε. Από τα ανενεργά αρχεία οι αρχειονόμοι επιλέγουν όσα έχουν ιστορική και αρχειακή αξία ενώ τα υπόλοιπα καταστρέφονται.

Τα καθήκοντά μου μπορούν να χωριστούν σε πέντε ευρύτερες ομάδες: Πρώτον, της διοίκησης και εποπτείας των μελών της ομάδας του τμήματός μου και των κέντρων διατήρησης και φύλαξης σύγχρονων αρχείων, της εφαρμογής των κανονισμών και οδηγιών από το προσωπικό των αρχείων και του πανεπιστημίου. Δεύτερον, της δημιουργίας κανονισμών και οδηγιών για τη διαχείριση των αρχείων του πανεπιστημίου. Τρίτον, της εκπαίδευσης του προσωπικού των αρχείων και των άλλων πανεπιστημιακών τμημάτων. Τέταρτον, της διαχείριση των συστημάτων ηλεκτρονικών αρχείων και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και προβολής της βιβλιοθήκης. Πέμπτον, της πραγματοποίησης ιστορικής έρευνας στα αρχεία και της οργάνωση δραστηριοτήτων για την προώθηση της σημασίας των αρχείων για το πανεπιστήμιο και ευρύτερα την αιγυπτιακή κοινωνία.

Ποιο ήταν το ερέθισμα για να έρθετε στο Κάιρο;

Πριν έλθω στο Κάιρο, έμενα και σπούδαζα στην Ολλανδία, όπου πραγματοποίησα το μεταπτυχιακό μου στις αρχειακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Leiden και παράλληλα είχα την ευκαιρία να εργαστώ σε αρχεία διεθνών οργανισμών, όπως το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τα Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας, τον Οργανισμό για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων και την Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία. Ο στόχος μου ήταν να δουλέψω για κάποιο διάστημα εκτός Ευρώπης, και θεώρησα ότι η Αίγυπτος και το Κάιρο ήταν πράγματι μια πολύ καλή επιλογή, κυρίως για τους ιστορικούς και πολιτισμικούς δεσμούς που ενώνουν τις δύο χώρες, Ελλάδα και Αίγυπτο, της γεωγραφικής τους γειτνίασης, αλλά επίσης και για το προσωπικό ιστορικό ενδιαφέρον μου για τον ελληνισμό της διασποράς.

Στα χρόνια των προπτυχιακών μου σπουδών στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη συνέχεια ως μεταπτυχιακή φοιτήτρια ιστορίας στη Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία στο ίδιο τμήμα, άρχισε να αναπτύσσεται η σχέση μου με τον ελληνισμό της Αιγύπτου. Τα ερευνητικά μου ενδιαφέροντα επικεντρώθηκαν γύρω από την ιστορία των Ελλήνων της διασποράς, και έχοντας γεννηθεί και μεγαλώσει στη Ρόδο, ασχολήθηκα κυρίως με τους Δωδεκανήσιους της διασποράς την περίοδο του Μεσοπολέμου, μελετώντας την ιστορία των συλλόγων μίας ομάδας Δωδεκανησίων γυναικών, ο ηγετικός πυρήνας των οποίων, η Αντιγόνη Ζουρούδη, γνωστή ως η «Μάνα της Δωδεκανήσου», και οι κόρες της, είχαν ζήσει αρκετά χρόνια στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.

Στη διάρκεια της ερευνάς μου σε αρχεία και βιβλιοθήκες άρχισα να ανακαλύπτω πτυχές του ελληνισμού της Αιγύπτου, όπως στα Αρχεία της Γενναδείου Βιβλιοθήκης (Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών στην Αθήνα) όπου πέρασα πολύ καιρό μελετώντας το προσωπικό αρχείο του ιατρού Νικολάου Μαυρή από την Κάσο, γεννημένου και μεγαλωμένου στο Ζαγαζίτ της Αιγύπτου, πρώτου πολιτικού διοικητή των Δωδεκανήσων, αμέσως μετά την ενσωμάτωση των νησιών στην Ελλάδα. Στη Γεννάδειο μελέτησα και μέρος των προσωπικών αρχείων της οικογένειας Δραγούμη, και συγκεκριμένα οικογενειακές φωτογραφίες της Μαρίκας Δραγούμη και του ανδρός της Μιχαήλ Καζούλλη στο σπίτι τους στην Αλεξάνδρεια, αλλά και έγγραφα σχετικά με τη δράση της Μαρίκας Καζούλλη στην Ένωση Ελληνίδων Αλεξανδρείας.

Αργότερα, δουλεύοντας στα Γενικά Αρχεία του Κράτους στη Ρόδο, μελέτησα τα αρχεία τα οποία είχε παράγει το ιταλικό καθεστώς για να παρακολουθεί τους Δωδεκανήσιους της Αιγύπτου και τα αρχεία τα σχετικά με τη γνωστή οικογένεια Αιγυπτιωτών Δωδεκανησίων, την οικογένεια Καζούλλη, η οποία καταγόταν από τη Ρόδο και υπήρξαν μεγάλοι ευεργέτες του νησιού.

Η ιταλική διοίκηση είχε μάλιστα θεωρήσει το Μιχαήλ Καζούλλη ως έναν από τους βασικούς πολέμιούς της στον κύκλο της δωδεκανησιακής διασποράς. Στη γνώση και στο ιστορικό ενδιαφέρον για την ιστορία των Αιγυπτιωτών Ελλήνων, προστέθηκε και η εργασιακή μου εμπειρία σε διεθνή και πολυπολιτισμικά περιβάλλοντα, όπως οι διεθνείς οργανισμοί, συνειδητοποιώντας έτσι ότι μου αρέσει η συνύπαρξη και η συνεργασία με ανθρώπους διαφορετικών εθνικοτήτων, θρησκειών και κουλτούρας.

Υπάρχουν στη βιβλιοθήκη του AUC δεδομένα που έχουν σχέση με τον Ελληνισμό της Αιγύπτου; Και αν ναι, ποια;

Η συλλογή αρχείων σχετικά με τον ελληνισμό της Αιγύπτου στη Βιβλιοθήκη Σπάνιων Συλλογών και Βιβλίων δεν είναι μεγάλη, αλλά θα πρέπει να τονίσω ότι μόλις πρόσφατα αρχίσαμε να ερευνούμε τι υλικό σχετικό με τους Αιγυπτιώτες Έλληνες υπάρχει στα αρχεία μας. Μέχρι τώρα αυτά που έχουμε βρει αφορούν κυρίως τους Έλληνες φοιτητές του Αμερικανικού Πανεπιστημίου. Επεξεργασμένα στοιχεία για το σύνολο των φοιτητών του πανεπιστημίου υπάρχουν μόνο για την περίοδο 1920-1980. Την περίοδο 1925-1935 οι Έλληνες φοιτητές ήταν η πέμπτη μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα φοιτητών μετά τους Αιγύπτιους, Αρμένιους, Σύριους και Παλαιστίνιους (ακολουθούσαν οι Πέρσες, οι Άραβες από τις χώρες τις αραβικής χερσονήσου και διάφορες άλλες εθνικότητες).

Την πενταετία 1940-1945, οι Έλληνες φοιτητές αυξάνονται σημαντικά με αποτέλεσμα να είναι η δεύτερη πιο ισχυρή πληθυσμιακά εθνικότητα μέσα στο πανεπιστήμιο. Για τα επόμενα χρόνια και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970, οι Έλληνες θα είναι μία διακριτή εθνικότητα φοιτητών μέσα στο πανεπιστήμιο, με τις δικές της οργανώσεις και συλλόγους, συμμετοχή με παραδοσιακές φορεσιές και χορούς, ελληνικά έθιμα και παρουσίαση της ελληνικής κουζίνας σε ποικίλες δραστηριότητες του πανεπιστημίου.

Στις αρχές του 1980, ο μέχρι τότε ισχυρός πολυεθνικός χαρακτήρας του πανεπιστημίου περιορίζεται, με Αιγύπτιους και Άραβες φοιτητές να κυριαρχούν πληθυσμιακά, και με τους Έλληνες φοιτητές να μειώνονται δραματικά.

Μελετώντας τα αρχεία της περιόδου 1920-1980, και τα προφίλ των Ελλήνων φοιτητών, είναι πολύ ενδιαφέρον το πώς το πανεπιστήμιο και οι φοιτητές των άλλων εθνικοτήτων έβλεπαν τους Έλληνες αλλά και πως οι ίδιοι οι Έλληνες φοιτητές έβλεπαν τον εαυτό τους. Τα στερεότυπα σχετικά με τα εθνικά χαρακτηριστικά των Ελλήνων, όπως η σύνδεσή τους με το αρχαιοελληνικό κάλλος, τα στοιχεία του χαρακτήρα τους, η αγάπη τους για τη φιλοσοφία, ήταν τρόποι με τους οποίους οι άλλοι φοιτητές έβλεπαν τους Έλληνες. Από την άλλη πλευρά, οι Έλληνες εκδήλωναν την αγάπη τους για την πατρίδα, μιλώντας με λόγια εκθειαστικά και νοσταλγικά για την Ελλάδα, μία νοσταλγία φαντασιακή για μία χώρα που πολλοί απ’ αυτούς δεν είχαν γνωρίσει αλλά ανυπομονούσαν να γνωρίσουν.

Περαιτέρω υλικό, το οποίο σχετίζεται ευρύτερα με τις σχέσεις Ελλάδας Αιγύπτου είναι οι φωτογραφίες από την επίσκεψη του Gamal Abdel Nasser στην Ελλάδα τον Ιούνη του 1960 και οι συναντήσεις του με τους Έλληνες πολιτικούς της εποχής.

Επίσης, στο Αρχείο του διάσημου Αιγύπτιου Αρχιτέκτονα Ηassan Fathy, υπάρχει η σειρά υποφακέλων με τον τίτλο «Δοξιάδης» και αφορά την περίοδο 1958-1964, όταν ο Hassan Fathy βρέθηκε στην Ελλάδα και άρχισε να δουλεύει στο πλευρό του Κωνσταντίνου Δοξιάδη. Μία σχετικά μεγάλη συλλογή, με υλικό από την περίοδο που ο Fathy και ο Δοξιάδης δίδασκαν στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και στο Αθηναϊκό Οικιστικό Κέντρο, τη συνεργασία τους, αλλά και την προσωπική ζωή του Fathy στην Ελλάδα.

Υπάρχει κάποιο πεδίο δράσης του AUC που να αφορά τον Ελληνισμό της Αιγύπτου;

Με τον ερχομό μου στο Κάιρο θέλησα να συνδέσω το ενδιαφέρον μου για την ιστορία του ελληνισμού της Αιγύπτου με τη δουλειά μου και ανακάλυψα ότι και το πανεπιστήμιο και η βιβλιοθήκη είχαν ανάλογο ενδιαφέρον.

Ένας από τους στόχους της Βιβλιοθήκης Σπάνιων Βιβλίων και Συλλογών είναι η διατήρηση και ανάδειξη του πολιτισμού και της ιστορίας της Αιγύπτου, μέρος της οποίας είναι η ιστορία των ξένων κοινοτήτων, οι οποίες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της ταυτότητά της και του πολυπολιτισμικού της παρελθόντος.

Οι Έλληνες της Αιγύπτου, η οποία ήταν η μεγαλύτερη πληθυσμιακά ξένη κοινότητα, αποτελεί πεδίο ερευνητικού ενδιαφέροντος για την βιβλιοθήκη, τόσο ως προς την ιστορία των ελληνικών κοινοτήτων, όσο και ως προς τον εντοπισμό, την περισυλλογή και διατήρηση των σχετικών αρχείων.

Παράλληλα, ο εκδοτικός οίκος του πανεπιστημίου (AUC Press), ίσως ο μεγαλύτερος και σημαντικότερος εκδοτικός οίκος στην Αίγυπτο και στη Μέση Ανατολή, έχει εκδώσει το βιβλίο του καθηγητή Αλέξανδρου Κιτροέφ “The Greeks and the Making of Modern Egypt”.

Η διοργάνωση της παρουσίασης του βιβλίου του κ. Κιτροέφ υπήρξε και το πρώτο άνοιγμα της βιβλιοθήκης στην ελληνική κοινότητα. Από το Μάρτιο του 2019 και για 7 μήνες, η Ελληνική Κοινότητα Καΐρου, η Ελληνική Πρεσβεία, με τη μεγάλη στήριξη του τέως Πρέσβη της Ελλάδος στο Κάιρο κ. Μιχάλη Διάμεση και του νέου Πρέσβη κ. Νικόλαου Γαριλίδη, του υπευθύνου για τα πολιτιστικά θέματα της Πρεσβείας κ. Ιωάννη Μελαχροινούδη, του Διευθυντή του Ελληνικού Πολιτιστικού Κέντρου Καΐρου κ. Χρίστου Παπαδόπουλου, της Βιβλιοθήκης Σπάνιων Συλλογών κι Βιβλίων, του εκδοτικού οίκου του πανεπιστημίου και του προγράμματος Antony Mellon Foundation του τμήματος ανθρωπιστικών σπουδών του πανεπιστημίου, εργαζόμασταν όλοι μαζί για την πραγματοποίηση της εκδήλωσης.

Η συνεργασία μας αυτή οδήγησε και σε μια δεύτερη εκδήλωση, με πρωτοβουλία του κ. Παπαδόπουλου και κ. Μελαχροινούδη, το συμπόσιο για τον ελληνισμό της Αιγύπτου με Έλληνες και Αιγύπτιους ερευνητές, το οποίο πραγματοποιήθηκε την ίδια περίοδο με την παρουσίαση του βιβλίου του κ. Κιτροέφ, τον προηγούμενο Οκτώβρη.

Ποιο είναι το επόμενο πρόγραμμα που θα αναπτύξετε;

Με το ξεκίνημα της νέας ακαδημαϊκής χρονιάς, ο στόχος μας είναι να ξεκινήσουμε ένα πρόγραμμα για την ανάδειξη της ιστορίας και του πολιτισμού του ελληνισμού της Αιγύπτου, φυσικά με τη συνεργασία της ελληνικής κοινότητας.

Το πρόγραμμα θα αφορά τη δημιουργία της προφορικής ιστορίας των Αιγυπτιωτών Ελλήνων με τη διεξαγωγή συνεντεύξεων με μέλη των ελληνικών κοινοτήτων. Η Βιβλιοθήκη Σπάνιων Συλλογών και Βιβλίων διαθέτει ένα παρά πολύ καλά οργανωμένο πρόγραμμα προφορικής ιστορίας, με τον κατάλληλο εξοπλισμό και την τεχνογνωσία.

Ελλάδα, Αίγυπτος, ΗΠΑ, υπάρχει κοινή συνισταμένη;

Οι τρεις χώρες έχουν μακροχρόνιες άριστες διπλωματικές, πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές σχέσεις μεταξύ τους. Αλλά θα ήθελα να αναφερθώ στην πολιτιστική συνισταμένη των τριών χωρών, όπως αυτή μπορεί να διαμορφωθεί μέσα από το Αμερικανικό Πανεπιστήμιο. Η προσπάθεια ανάδειξης του ελληνισμού της Αιγύπτου φέρνει τις τρεις χώρες σε κοινή πολιτιστική τροχιά. Υπό τη σκέπη του πανεπιστημίου και της δυτικής πανεπιστημιακής παράδοσης, της ελευθερίας της έκφρασης και της σκέψης, της έρευνας και του σεβασμού στη διαφορετικότητα και στις πολύπτυχες πλευρές της ιστορικής αφήγησης, μπορεί να δημιουργηθεί ένα πρόγραμμα για τους Έλληνες μέσα στην Αίγυπτο, με την κοινή συνεργασία Αιγυπτίων, Αμερικανών και Ελλήνων. Ένα κοινό πολιτιστικό θεμέλιο που θα συνωθήσει τη δυναμική ανάπτυξη των τριών εθνικοτήτων στα νέα δεδομένα της Ανατολικής Μεσογείου.

* Η Κάτια Τσιμπλάκη είναι υπεύθυνη επικοινωνίας της Ελληνικής Κοινότητας Καΐρου και αρχισυντάκτρια του «Νέου Φωτός».

Η Ροδιακή