Γράφει ο Τρύφωνας Δάρας*
Δεν περιμέναμε φυσικά να φουντώσει η συζήτηση και να πληθύνουν οι διαμαρτυρίες για το «που πήγαν και πως μοιράστηκαν τα λεφτά της διαφημιστικής καμπάνιας για τον κορονοϊό» για να διαπιστώσουμε ότι «κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της κρατικής διαφήμισης». Όσοι «παροικούν την Ιερουσαλήμ των ΜΜΕ», και οι «ωφελημένοι» και οι «ριγμένοι» (η κατηγοριοποίηση αλλάζει ανάλογα με την πολιτική συγκυρία) γνωρίζουν καλά ότι η κρατική διαφήμιση αποτελεί διαχρονικά το κύριο όχημα εκμαυλισμού των ΜΜΕ και διαπλοκής πολλών εξ αυτών με την πολιτική εξουσία, κεντρική ή τοπική. Πολλές φορές διασκεδάζω με την υποκρισία πολλών εκπροσώπων του πολιτικού συστήματος που διαπιστώνουν τάχα «έκπληκτοι», ότι έντυπα, τηλεοπτικοί σταθμοί και κυρίως ιστοσελίδες που κανένας δεν διαβάζει , δεν βλέπει και δεν ακούει βρίσκονται να φιλοξενούν κρατική διαφήμιση δεκάδων χιλιάδων ευρώ σε μια πρωτοφανή όσο και απαράδεκτη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος!
Ανεξάρτητα όμως από αυτό το διαχρονικό αλισβερίσι, ούτως ή άλλως στα περιφερειακά ΜΜΕ φτάνουν ψίχουλα από τη συνολική κρατική διαφήμιση καθώς παραβιάζεται και καταστρατηγείται ασύστολα ο όρος της υποχρεωτικής κατανομής του 30% υπέρ αυτών . Η βασική αιτία γι’ αυτό είναι ότι δεν προβλέπονται κυρώσεις για τη μη τήρηση της διάταξης ενώ και εκεί που προβλέπονται δεν επιβάλλονται ποτέ. Το εντυπωσιακό δε είναι ότι κατά καιρούς εμφανίζονται διάφορα στοιχεία που «πιστοποιούν» ότι η κατανομή τηρείται και με το παραπάνω! Ενδελεχής έλεγχος δεν μπορεί να γίνει πρώτον γιατί τα στοιχεία ούτως ή άλλως υποβάλλονται πάντα απολογιστικά και με καθυστέρηση (όταν φυσικά υποβάλλονται), δεύτερον γιατί η επιτροπή παρακολούθησης που προβλέπει ο νόμος (με τη συμμετοχή μάλιστα εκπροσώπων των ενώσεων των περιφερειακών ΜΜΕ) είναι αδρανοποιημένη εδώ και χρόνια και τρίτον γιατί στις καταστάσεις εμφανίζονται διάφορες εμπορικές επωνυμίες ή ονόματα φυσικών προσώπων κλπ και είναι αδύνατον να ξεχωρίσει κανείς ποια είναι τα περιφερειακά ΜΜΕ ανάμεσα στις εκατοντάδες εγγραφές.
Ένα άλλο προβληματικό σημείο είναι ότι τις περισσότερες φορές οι μισοί και πλέον προϋπολογισμοί της διαφημιστικής δαπάνης αφορούν άλλες μορφές προβολής (outdoor διαφήμιση, διοργάνωση εκδηλώσεων, αμοιβές συμβούλων κλπ) με τα ποσά αυτά να μην υπολογίζονται στην υποχρέωση κατανομής του 30% που γίνεται επί του υπολοίπου, του κομματιού δηλαδή που πάει σε καταχωρήσεις, μεταδόσεις μηνυμάτων κλπ. Στην πράξη δηλαδή οι φορείς του δημοσίου χρησιμοποιούν τα κονδύλια αυτά για να καλύψουν νομότυπα διάφορες «τρύπες» που το δημόσιο λογιστικό δεν επιτρέπει να καλύψουν με άλλο τρόπο. Έτσι αν μια Περιφέρεια ή ένας δημόσιος Οργανισμός υποβάλλει προς έγκριση ένα διαφημιστικό πρόγραμμα ύψους π.χ 1.000.000 ευρώ, το ποσό που θα διατεθεί στα ΜΜΕ μπορεί να μην υπερβαίνει τις 100.000 και επ’ αυτού του μέρους «βεβαίως τηρούμε το 30% και με το παραπάνω». Άντε βρες άκρη…
Σύνηθες φαινόμενο είναι ακόμη η μη υποβολή των προβλεπόμενων καταστάσεων, οι υπερβολικές καθυστερήσεις , τα προβληματικά ή ελλιπή στοιχεία κλπ. Σύμφωνα με το νόμο τόσο οι φορείς του δημοσίου όσο και οι διαφημιστικές εταιρείες υποχρεούνται να υποβάλλουν στη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και να αναρτήσουν στις ιστοσελίδες τους και στην ιστοσελίδα της ΓΓΕ-Ε τριμηνιαίες και ετήσιες απολογιστικές καταστάσεις για τα ποσά που διέθεσαν σε κάθε Μέσο! Αν εντοπίσετε πουθενά αυτές τις καταστάσεις ενημερώστε με να τις δω κι εγώ…
Τι πρέπει λοιπόν να γίνει ώστε τουλάχιστον να μην κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας κάθε φορά που προκύπτει ένα τέτοιο ζήτημα όπως καλή ώρα;
Κατά τη γνώμη μου απαιτείται μια σειρά πολιτικών, νομοθετικών και διοικητικών αλλαγών βασισμένων σε δυο άξονες: Πρώτον στη διασφάλιση της όσο το δυνατόν μεγαλύτερης διαφάνειας στη συνολική διαχείριση των δημόσιων δαπανών που αφορούν τη διαφημιστική προβολή του Δημοσίου . Δεν νοείται νομοθετική αλλαγή χωρίς παρέμβαση στο σημείο αυτό και εκεί πρέπει να εστιαστεί όλο το ενδιαφέρον. Άλλωστε αυτό κατά τεκμήριο συμφέρει και ωφελεί κάθε σοβαρή επιχείρηση ΜΜΕ της Περιφέρειας.. Δεύτερον στην προώθηση σειράς νομοθετικών και διοικητικών αλλαγών στην κατεύθυνση της βελτίωσης και του εξορθολογισμού του όλου συστήματος.
Πιο συγκεκριμένα:
Ο ασφαλέστερος τρόπος για τη διασφάλιση της διαφανούς και νόμιμης κατανομής της κρατικής διαφήμισης σε όλα τα μέσα εθνικά ή περιφερειακά όλων των κατηγοριών, είναι ο κεντρικός έλεγχος της όλης διαδικασίας. Αυτός μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο με τη δημιουργία Ενιαίου Κέντρου Κατανομής της Κρατικής Διαφήμισης που θα συγκεντρώνει όλα τα σχετικά αιτήματα και προγράμματα όλων των δημόσιων φορέων που υπάγονται στη σχετική υποχρέωση και θα κάνει τη σχετική κατανομή στα ΜΜΕ αλλά και τους εκ των υστέρων ελέγχους για το νόμιμο αλλά και το πρόσφορο αυτής της κατανομής. Αυτό το Κέντρο μπορεί να είναι διϋπουργικό όργανο (όπως συμβαίνει με την έγκριση των προσλήψεων στο Δημόσιο), η ΓΓΕ – Ε , Ειδική Υπηρεσία, Ανεξάρτητη Αρχή ή ακόμη και η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής.
Φυσικά το βασικό ζήτημα είναι πώς θα γίνεται αυτή η κατανομή. Αυθαίρετα και με βάση τις πολιτικές ή προσωπικές επιδιώξεις κάθε πολιτικού υπεύθυνου ή με βάση αντικειμενικά και διαφανή κριτήρια; Τα κριτήρια αυτά υπάρχουν και είναι οι έγκυρες μετρήσεις τηλεθέασης , ακροαματικότητας και αναγνωσιμότητας (κριτήρια που υφίστανται και σήμερα χωρίς να λαμβάνονται υπόψη), ο δείκτης απασχόλησης προσωπικού για κάθε μέσο (όσο περισσότεροι εργαζόμενοι, τόσο μεγαλύτερο ποσό κρατικής διαφήμισης) και τα οικονομικά στοιχεία με βάση ειδικού τύπου ισολογισμούς που θα αποδεικνύουν τη βιωσιμότητα του Μέσου ώστε να αποκλειστούν οι ευκαιριακοί, οι τυχάρπαστοι ή και οι τυχοδιώκτες ιδιοκτήτες ΜΜΕ που λυμαίνονται σήμερα την κρατική διαφήμιση. Φυσικά θα πρέπει να υπάρξουν και ποιοτικά κριτήρια όπως η μη προώθηση μισαλλόδοξου και διχαστικού λόγου κλπ αλλά γι αυτά πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί για αυτονόητους λόγους. Τόσο απλό που είναι να απορεί κανείς (που δεν γνωρίζει τις παθογένειες του ελληνικού πολιτικού συστήματος) πως τόσο καιρό δεν υλοποιείται!
Καθοριστικής σημασίας ζήτημα είναι η αυστηρή εφαρμογή του όρου της κατανομής του 30% στα περιφερειακά ΜΜΕ. Η κατανομή όμως αυτή δεν πρέπει να γίνεται ισοπεδωτικά ή ανέλεγκτα προς όλους αλλά με βάση και στην περίπτωση αυτή των κριτηρίων που προαναφέρθηκαν. Για τη διασφάλιση της τήρησης του όρου αυτού είναι αναγκαία η πρόβλεψη της επιβολής αυστηρών κυρώσεων για τους φορείς και τις υπηρεσίες που θα αποδειχθεί ότι παραβιάζουν την υποχρέωση αυτή. Το μυστικό εδώ είναι η καθιέρωση όχι γενικής και απρόσωπης αλλά εξατομικευμένης ευθύνης υπαλλήλων και υπηρεσιακών παραγόντων που θα υπογράψουν τα σχετικά χρηματικά εντάλματα.
Πρέπει επίσης να υπάρξει αυστηρή παρακολούθηση και εφαρμογή των προβλέψεων των ήδη υφιστάμενων διατάξεων για την έγκαιρη και πλήρη υποβολή και ανάρτηση στο διαδίκτυο των καταστάσεων είτε από τους δημόσιους φορείς είτε από τις διαφημιστικές εταιρείες με πρόβλεψη κυρώσεων για τους παραβάτες πολιτικούς και υπηρεσιακούς παράγοντες, καθώς επίσης και ενεργοποίηση και διασφάλιση της ουσιαστικής λειτουργίας της Γνωμοδοτικής Επιτροπής του άρθρου 27 του Ν. 3166/03 με τη συμμετοχή όλων των συλλογικών φορέων των ΜΜΕ για τον έλεγχο εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίας.
Τα όσα προτείνονται στο κείμενο αυτό μπορούν να γίνουν εύκολα και γρήγορα χωρίς να προκληθεί οποιαδήποτε δημοσιονομική επιβάρυνση. Αντίθετα το όλο σύστημα θα εξορθολογιστεί, θα τοποθετηθεί στις σωστές του διαστάσεις, θα είναι διάφανο και λειτουργικά και βεβαίως θα ενισχύει αντί να νοθεύει τον υγιή ανταγωνισμό. Το μόνο που χρειάζεται είναι λίγη τόλμη. Τόλμη για συνδικαλιστικές και πολιτικές αποφάσεις που θα υπερβαίνουν τη σημερινή καθηλωτική λογική του μέσου όρου, του «μη θίγετε τα κακώς κείμενα» και της τήρησης ισορροπιών στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο.
* Ο Τρύφωνας Δάρας είναι Νομικός, ειδικός σε θέματα Περιφερειακού Τύπου. Διετέλεσε Σύμβουλος του Υπουργείου Τύπου και ΜΜΕ και της ΕΙΗΕΕ ενώ τώρα είναι Νομικός Σύμβουλος του Συνδέσμου Ημερήσιων Περιφερειακών Εφημερίδων -ΣΗΠΕ και της Ένωσης Ενημερωτικών Τηλεοράσεων Ελληνικής Περιφέρειας – ΕΕΤΕΠ.