Γιατί... «συγγνώμη, αποτύχαμε»!

Ο Οδυσσέας Τσιντζιράκος εξηγεί πού και γιατί απέτυχε η γενιά του Πολυτεχνείου, όντας ένας από αυτή

 

Ο Οδυσσέας Τσιντζιράκος εξηγεί πού και γιατί απέτυχε η γενιά του Πολυτεχνείου, όντας ένας από αυτή

«Συγγνώμη, αλλά αποτύχαμε». Αυτή ήταν η ακροτελεύτια φράση μιας ομιλίας σε επετειακή εκδήλωση. Δεν θα είχε τόση σημασία, αν δεν είχε ειπωθεί σε εκδήλωση για την εξέγερση του Πολυτεχνείου και -κυρίως- από έναν άνθρωπο της γενιάς αυτής, που ήταν και ο κεντρικός ομιλητής της. Του Οδυσσέα Β. Τσιντζιράκου, ο οποίος, με την παραπάνω φράση απέδειξε ότι έχει υψηλό αίσθημα ευθύνης αλλά και σθένος.

Φράση η οποία, όπως ήταν φυσικό, εξέπληξε το κοινό για την τόλμη της παραδοχής, αποσπώντας τόσο έντονο χειροκρότημα που δείχνει πως ο κόσμος κοιτώντας πια πίσω ψύχραιμα τα 46 χρόνια που μεσολάβησαν και προερχόμενος από το βίωμα μιας δεκαετούς απίστευτης οικονομικής κρίσης, πιστεύει όλο και πιο πολύ τώρα ότι πράγματι η γενιά εκείνη, των ύψιστων ιδανικών, κάπου έχασε τον προσανατολισμό της και τις αξίες της όταν ήρθε η σειρά της να υπηρετήσει από παραγωγική πλέον και υπεύθυνη θέση την πατρίδα.

Το «συγγνώμη, αλλά αποτύχαμε» ήταν για μένα, που γεννήθηκα ακριβώς τη χρονιά της εξέγερσης, τότε που η Ελλάδα άφηνε πίσω της τη δικτατορία και λίγο αργότερα και τη μοναρχία, η αφορμή να ζητήσω από τον κ. Τσιντζιράκο μια συνάντηση για να μου αναλύσει πιο διεξοδικά γιατί μπορεί να ισχύει αυτή η άποψη.

Η συνάντηση έγινε μετά κόπων και βασάνων, αφού υποχρεώσεις και των δύο τη μετέθεταν όλο και πιο πίσω, εντέλει όμως είχα τη χαρά να τον ακούσω και να καταγράψω το σκεπτικό του.

* Κύριε Τσιντζιράκο, μισός αιώνας περίπου από τότε, από τα χρόνια που η Ελλάδα άλλαζε άρδην πορεία και που το υπόστρωμα της εξέγερσης στο Πολυτεχνείο δημιουργούσε τις προϋποθέσεις ο τόπος να τραβήξει μπροστά μακριά από αγκυλώσεις του παρελθόντος. Μίσος αιώνας από τότε που η γενιά σας πήρε στην πλάτη της τη χώρα. Τελικά, τι πραγματικά καταφέρατε;

Το γεγονός καθεαυτό της εξέγερσης είναι όντως πράξη ηρωική και ηθικότατη, κοινωνική και πολιτικά ορθή και εθνικά επιβεβλημένη. Μέχρις εκεί όμως. Η όλη πορεία μας έκτοτε είναι στιγματισμένη με πρόσημο αρνητικό. Τα γεγονότα εμείς τα ξέρουμε. Στη μνήμη μας παραμένουν νωπά και ανεξίτηλα. Οι γενιές, όμως, μετά από μας – και σ’ αυτό εμείς έχουμε την τεράστια ευθύνη – την εποποιία εκείνη την αντιλαμβάνονται σαν ένα συμβάν πεταμένο σε μιαν άκρη του ιστορικού μας γίγνεσθαι, ξεκομμένο από τόπο και χρόνο, ξεστρατισμένο εντελώς απ’ την εθνική μας ιστορική ροή και ξεθωριασμένο ακόμη και μέσα στις δημοκρατικές συνειδήσεις! Ένα συμβάν με διερρηγμένη τη νομοτελειακή σχέση αιτίου και αιτιατού. Επαναστάτησαν εκείνα τα παιδιά ενάντια στην ξενοκίνητη Χούντα διεκδικώντας ΨΩΜΙ, ΠΑΙΔΕΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Δικαιώματα ασφαλώς διαχρονικά και πανανθρώπινα, που μας τα είχε απαλλοτριώσει η δικτατορία, και που με αυτοθυσία και αυταπάρνηση τότε φόρεσαν οι φοιτητές την αφοβιά σαν σημαία και στάθηκαν άοπλοι, μα και αποφασισμένοι, μπροστά στις μαύρες κάνες των όπλων και στις ερπύστριες των τανκς διεκδικώντας την κατοχύρωση των δικαιωμάτων αυτών μέσα από καθεστώς δημοκρατίας.

* Η δημοκρατία επετεύχθη. Αυτό δεν ήταν αρκετό για ανθρώπους που αγωνίστηκαν γι’ αυτή, μέσα από αυτή να δημιουργήσουν και μια κοινωνία υγιή όπου οι τότε διεκδικήσεις ΨΩΜΙ, ΠΑΙΔΕΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ να πάρουν σάρκα και οστά;

Πιστέψτε με, αν τότε είχα μέσα μου και την παραμικρή έστω υπόνοια του τι είδους δημοκρατία θα παραδίδαμε στα παιδιά μας και οσονούπω στα εγγόνια μας, ποτέ μου δεν επρόκειτο να συνηγορούσα σε κάτι τέτοιο. Μέσα σε καθεστώς δημοκρατίας έφτασαν ήδη τα παιδιά μας, εφοδιασμένα με πανεπιστημιακούς τίτλους και μεταπτυχιακές περγαμηνές να ζητιανεύουν το ΨΩΜΙ και να σπεύδουν ομαδικά για μία θέση στον ήλιο στις ανήλιαγες χώρες του εξωτερικού. Και τούτο γιατί η ΠΑΙΔΕΙΑ μας κατάντησε, πλέον, επιταγή χωρίς αντίκρισμα, την ώρα που τα διπλώματα των σπουδών, με τη σφραγίδα μάλιστα της Πολιτείας, δεν αποτελούν παρά μόνο τα πιστοποιητικά ένταξης του πλέον παραγωγικού δυναμικού στο επιστημονικό προλεταριάτο της χώρας. Και η έννοια της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ κατάντησε εδώ και δεκαετίες συνώνυμο της ανομίας, της απόκλισης, της ασυδοσίας και της κατά το δοκούν ερμηνείας. Καθαρή φενάκη.

* Θα μου επιτρέψετε να σας πως, όμως, ότι η χώρα έζησε μια μακρά περίοδο ανάπτυξης σε πάρα πολλούς τομείς. Δεν το συμμερίζεστε αυτό;

Ναι, αλήθεια είναι. Ζήσαμε περιόδους άνθισης, οικονομικής ευημερίας, ανάπτυξης. Όμως οι εθελότυφλες συνειδήσεις μας δεν μπορούσαν να διακρίνουν ότι πίσω από την τεχνητή και επίπλαστη ευμάρεια σοβούσε και καραδοκούσε απειλητικά η εξαθλίωση. Δεν αντιληφτήκαμε ενδεχομένως ότι ζούσαμε μέσα σ’ ένα υδροκέφαλο γραφειοκρατικό σύστημα και ότι θα έφτανε κάποτε νομοτελειακά η στιγμή, όπου οι μοναδικές υπηρεσίες που θα λειτουργούσαν αποτελεσματικά θα ήταν οι φοροεισπρακτικοί μηχανισμοί! Παλιά ακούγαμε ότι μας καλεί η αστυνομία και κατουριόμασταν απ’ τον φόβο. Το ίδιο τώρα γίνεται στο οιοδήποτε κάλεσμα των οικονομικών υπηρεσιών. Και το δραματικό είναι, ότι, κι όταν ακόμη βλέπαμε τα σύννεφα που έρχονται, φροντίζαμε να σηκώσουμε τις ομπρέλες μονάχα πάνω απ’ τα κεφάλια μας. Ο σώζων εαυτόν σωθήτω.

* Τι νομίζετε πως έφταιξε;

Ο πολιτικός αμοραλισμός, η αναλγησία κι ο καιροσκοπισμός της εκάστοτε εξουσίας μάς καθήλωναν σε αδράνεια, βουτηγμένους στο πνεύμα του ωχαδελφισμού και στη βουλιμία του καταναλωτισμού. Πασχίζαμε να καλύπτουμε τις ευθύνες μας πίσω από κομματικές ταμπέλες, πολιτικά συνθήματα ή και πλαστά μεσσιανικά οράματα. Και τα αποδεχόμασταν και φροντίζαμε να τα πραγματώσουμε υβριδικά, ακόμη κι όταν γνωρίζαμε το εφικτό και το διακρίναμε απ’ το ανέφικτο. Κι αυτά χαρακτήριζαν συν τοις άλλοις κι εμάς, τη γενιά του Πολυτεχνείου. Το χειρότερο είναι ότι την αδράνειά μας ή τη μειωμένη πολιτική μας συνείδηση την αποκοιμίζαμε, επιδιώκοντας κάθε φορά να φορτώνουμε τα δικά μας λάθη και τις δικές μας παραλείψεις πάνω στην απερχόμενη κυβέρνηση κάνοντάς την αποδιοπομπαίο τράγο και να προσδοκάμε από την ερχόμενη να μάς βγάλει εκείνη από το τέλμα. Δεν γνωρίζαμε ότι κάθε νέα εξουσία κληρονομεί όλα τ’ αρνητικά της προκατόχου της; Ή δεν καταλάβαμε ποτέ μας ότι με την ανατολή της δεκαετίας του 1980 η γενιά του Πολυτεχνείου ανέλαβε τις τύχες της Ελλάδας;

* Λέτε ανέλαβε τις τύχες της Ελλάδας. Τι συνέβη και τα πράγματα δεν πήγαν όπως ίσως θα έπρεπε να πάνε;

Τις ανέλαβε, αλλά στην πορεία εκείνα τα παιδιά, εκείνοι οι επαναστάτες, ανάλογα με τα κίνητρα και τα ελατήριά τους χωρίστηκαν σε τρεις κατηγορίες:

Πρώτη: Αυτοί που εξαργύρωσαν τον αγώνα με την πολιτική τους αναρρίχηση! Γι’ αυτούς το Πολυτεχνείο ήταν το εφαλτήριο για πολιτική αναρρίχηση με όσα οφέλη συνεπάγεται για τους ίδιους μια τέτοια αναρρίχηση! Αρκετοί τούτων διακρίθηκαν στον δημόσιο βίο και την επιστήμην! Οι νοούντες νοείτωσαν!

Δεύτερη: Είναι αυτοί που με περίσσια υποκριτική ρητορική και κάλπικη ιδεολογία βάφτισαν το βόλεμα του ημετερισμού εθνικό ιδεώδες και τον σφετερισμό του εθνικού πλούτου δεξιότητα. Σκάνδαλα επί σκανδάλων, ομηρικές μάχες στη Βουλή για το θεαθήναι, συγκροτήσεις επιτροπών, εξεταστικές, προανακριτικές, πορίσματα. Στο τέλος «ανεγνώσθησαν και ετέθησαν εις το αρχείον...». Ουδείς ένοχος! Ό,τι δηλαδή γινόταν απ’ τα χρόνια της Επανάστασης του ‘21, το ίδιο γίνεται ακόμη! Το τρίγωνο της αμαρτίας, Κωλέττης, Κουντουριώτης, Μαυροκορδάτος, δημιούργησε σχολή απ’ την οποία αποφοιτούν επί δύο περίπου αιώνες λαμόγια, καιροσκόποι και τρωκτικά της άμοιρης πατρίδας. Με βαριά μάλιστα μεταπτυχιακά!

Τρίτη: Η συντριπτική πλειοψηφία. Εν τέλει βουβός και άβουλος παρατηρητής των τεκταινομένων. Δυστυχώς η πικρή μεταμέλεια ήρθε μόνο όταν αυτοί διαπίστωσαν οικτρά ότι η ανοχή απέναντι στον σφετερισμό των εθνικών μας ιδεωδών αποτελεί συνενοχή. Ήρθε, όταν η προδοσία των ιδανικών και των ιδεολογικών μας οραμάτων είχε ήδη συντελεστεί. Εικοσάχρονα παιδιά, τότε, υφάναμε τα οράματά μας και τα ποτίσαμε με την κοινωνική ηθική που βυζάξαμε απ’ τις μανάδες μας με την ελπίδα να γνωρίσουμε καλύτερες μέρες. Κι εμείς και τα παιδιά μας. Μετά όμως από μισόν αιώνα ελπίδας διαπιστώνουμε ότι στην Ελλάδα του 21ου αιώνα ζητείται ελπίς, διότι η Ελλάς, η γαλανή πατρίς των οραμάτων μας, είναι ήδη υποθηκευμένη μέχρι και τον 22ο μ.Χ. αιώνα. Και έπεται συνέχεια! Κρίμα στον αγώνα μας, κρίμα σε μας, κρίμα στην πατρίδα.

* Άρα, λοιπόν, κ. Τσιντζιράκο;

Άρα, λοιπόν, κ. Γουργιώτη, φτάνουμε σ’ αυτό που κατά την ταπεινή μου γνώμη οφείλουμε να πούμε σε όλα τα Ελληνόπουλα για τη χώρα και τη γενικότερη κατάσταση που τους κληροδοτήσαμε. Συγγνώμη, αποτύχαμε! Τι άλλο θα μπορέσουμε να τους απαντήσουμε όταν φτάνουν να μας πουν με οργή ότι δεν θέλω να είμαι Έλληνας και να μην έχω στον ήλιο μοίρα! Ας πολιτογραφηθώ ό,τι άλλο, φτάνει να έχω το ψωμί μου, την παιδεία μου και την ελευθερία μου! Αυτά για τα οποία αγωνιστήκατε μεν, δεν κατοχυρώσατε δε. Αυτό θα μας πούνε. Με το συγγνώμη μας, όμως, καλύπτονται; Ομολογώ πως όχι!

Συνέντευξη στον Νίκο Γουργιώτη
Ελευθερία Λάρισας